anexo - ορισμός. Τι είναι το anexo
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι anexo - ορισμός


anexo         
anexo         
adj.
Anejo, unido o agregado a otra persona o cosa.
sust. masc. plur.
Se llaman así en anatomía, y sobre todo en cirugía, los órganos y tejidos que rodean el útero (trompas, ovarios y peritoneo).
anexo         
anexo, -a (del lat. "annexus", part. pas. de "annectere", unir) adj. y n. m. Anejo (1.ª, 2.ª y 3.ª acep.).

Βικιπαίδεια

Anexo
El término anexo puede referirse:
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για anexo
1. Uno tiene el anexo ?D? duro y otro el anexo ?D? intermedio, referentes a temas contables, como el de los costos recuperables.
2. Rendimiento Estándar para el autosostenimiento Anexo ?F?
3. Pero como no se podía en ese momento imprimir un nuevo anexo, añade Morales Olivera, se tomó la decisión de pactar verbalmente el cambio del anexo.
4. ANEXO E RENDIMIENTO ESTÁNDAR PARA EL AUTO SOSTENIMIENTO ALOJAMIENTO 24.
5. Rendimiento Estándar para el equipo mayor Anexo ?E?
Τι είναι anexo - ορισμός